παραπετομαι

παραπετομαι
    παραπέτομαι
    παρα-πέτομαι
    (fut. παραπτήσομαι, aor. 2 παρεπτόμην; part. aor. 1 med. παραπτάμενος)
    1) лететь мимо, пролетать
    

(ἥ παραπετομένη μυῖα Arst.)

    δῶρον παραπτάμενον Anth. — мимолетный дар (о красоте)

    2) перелетать, прилетать Arph.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "παραπετομαι" в других словарях:

  • παραπέτομαι — ποιητ. τ. παρπέταμαι, Α 1. πετώ κάτι κοντά ή πλαγίως σε κάτι 2. διέρχομαι πετώντας 3. διαφεύγω, ξεφεύγω 4. πετώ προς το μέρος κάποιου 5. τρέχω πετώντας για να βοηθήσω κάποιον. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + πέτομαι «πετώ»] …   Dictionary of Greek

  • παραπετομένων — παραπέτομαι fly alongside pres part mp fem gen pl παραπέτομαι fly alongside pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παριπταμένων — παραπέτομαι fly alongside pres part mp fem gen pl παραπέτομαι fly alongside pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παριπτάμενον — παραπέτομαι fly alongside pres part mp masc acc sg παραπέτομαι fly alongside pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρέπτην — παραπέτομαι fly alongside aor ind act 3rd pl (epic doric aeolic) παραπέτομαι fly alongside aor ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπετομένη — παραπέτομαι fly alongside pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπετέσθω — παραπέτομαι fly alongside pres imperat mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπετόμεναι — παραπέτομαι fly alongside pres part mp fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπετόμενοι — παραπέτομαι fly alongside pres part mp masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπταμένη — παραπέτομαι fly alongside aor part mid fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπταμένου — παραπέτομαι fly alongside aor part mid masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»